Ποικιλία τιμών για τις ελιές και το ελαιόλαδο στο Αζερμπαϊτζάν – ποιες οι δυνατότητες εισόδου για τους έλληνες
Σε ιδιαίτερα μεγάλο εύρος κινούνται οι τιμές για τις ελιές και το ελαιόλαδο στην αγορά του Αζερμπαϊτζάν, σύμφωνα με έρευνα αγοράς της πρεσβείας μας στο Μπακού για τα συγκεκριμένα προϊόντα. Όσον αφορά στη διείσδυση ξένων επιχειρηματιών και στην περίπτωσή μας ελλήνων, παρατηρούνται πλεονεκτήματα αλλά και μειονεκτήματα.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, οι τιμές στα καταστήματα λιανικής που επισκεφθήκαμε κυμαίνονται ως εξής:- ελαιόλαδο: από 4,7 ως 12,2 ΑΖΝ/ λίτρο, σε συσκευασία ενός λίτρου.
- αγνό παρθένο ελαιόλαδο: από 4,7 ως 12,5 ΑΖΝ/ λίτρο, σε συσκευασία ενός λίτρου (λαμβάνοντας υπ’ όψη ότι το τοπικό «αγνό παρθένο ελαιόλαδο» δεν πληροί πάντα τις προϋποθέσεις για την ονομασία αυτή) .
Την ίδια ώρα οι τιμές των επιτραπέζιων συσκευασμένων ελιών στην αγορά του Μπακού κυμαίνονται ως εξής:
- μαύρες, ολόκληρες σε συσκευασίες των 350 γραμμαρίων από 1,2 ως 1,7 ΑΖΝ,
- πράσινες, ολόκληρες σε συσκευασίες των 300 γραμμαρίων από 1,1 ως 1,8 ΑΖΝ.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα στην πορεία εισαγωγής ελαιολάδου και ελιών στο Αζερμπαϊτζάν παρατηρείται ανοδική τάση, καθώς από το 2002 έως το 2012 εμφανίζεται αύξηση της ποσότητας εισαγομένου ελαιολάδου πάνω από 1.200%!
Η εθνικότητα των εξαγωγέων ελαιών και προϊόντων ελιάς προς το Αζερμπαϊτζάν είναι τουρκική, ισπανική, ιταλική και ιορδανική. Οι παραπάνω, είτε εμπορεύονται ίδια παραγωγή προερχόμενη από τη χώρα προέλευσης, είτε ευρύ φάσμα προϊόντων τουρκικής προέλευσης (κυρίως οι εντόπιοι που δεν ανήκουν σε διεθνές δίκτυο).
«Από δειγματοληπτική έρευνα σε καταστήματα λιανικής στην πρωτεύουσα Μπακού, διαπιστώσαμε ότι η προέλευση των προϊόντων που κυκλοφορούν είναι στην συντριπτική πλειοψηφία ισπανική, κατά δεύτερο λόγο τουρκική και ακολουθεί η ιταλική. Ο αριθμός των προϊόντων προερχόμενων από την Ελλάδα είναι ιδιαίτερα περιορισμένος», αναφέρεται στην έρευνα.
Διέξοδος για ελληνικά προϊόντα
Η παραγωγή προϊόντων ελιάς στο Αζερμπαϊτζάν παρουσιάζει τα εξής πλεονεκτήματα για τους Έλληνες επιχειρηματίες:
η σύσταση εταιρείας είναι σχετικά απλή και ανέξοδη, ιδιαίτερα σε σχέση με άλλες χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και
προσφέρει δυνατότητα εισόδου και σε άλλες αγορές, κοντινές του Αζερμπαϊτζάν.
Υπάρχουν αρκετά προβλήματα στην προσέγγιση της αγοράς του ίδιου του Αζερμπαϊτζάν, λόγω:
της δραστηριοποίησης των τοπικών ενδιαφερομένων (παραγωγών, εισαγωγέων και εμπόρων) και της άμεσης διαθεσιμότητας σημαντικών κεφαλαίων προς επένδυση στη χώρα,
της γλώσσας συναλλαγών που είναι κυρίως η αζερική,
του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, καθώς η αγορά γης από αλλοδαπούς δεν επιτρέπεται. Συνεπώς, η καλλιέργεια καθίσταται εφικτή μέσω μικτών επιχειρήσεων με επιτόπιους εταίρους στο Αζερμπαϊτζάν.
προβλημάτων που αφορούν τις τελωνειακές διαδικασίες, οι οποίες είναι αδιαφανείς.
Σχετικά με τις ανάγκες της τοπικής αγοράς, αυτές εστιάζονται σε:
εξειδικευμένο προσωπικό, τεχνολογία και τεχνογνωσία στην αγροτική παραγωγή, επεξεργασία, επικοινωνία, διανομή και διοίκηση,
εκσυγχρονισμό και αντικατάσταση μηχανημάτων παλαιάς τεχνολογίας με νέα για την επεξεργασία και τη συσκευασία,
δημιουργία νέων σειρών επεξεργασίας και συσκευασίας,
εισαγωγή δενδρυλλίων ελιάς.
Ιστορικά
Το ελαιόλαδο και οι ελιές δεν περιλαμβανόταν παραδοσιακά στις διατροφικές συνήθειες του ευρύ πληθυσμού του Αζερμπαϊτζάν.
Δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για τις καταναλωτικές τάσεις ελαιολάδου και ελαιών σήμερα.
Η αίσθηση είναι ότι η ζήτηση και για τα δύο προϊόντα είναι αυξανόμενη. Υπάρχουν ενδείξεις σχετικά με τη στροφή στις προτιμήσεις των καταναλωτών, έστω μιας μερίδας εξ' αυτών, προς την υγιεινή διατροφή. Παρόλα αυτά στο μεγαλύτερο μέρος τους οι Αζέροι καταναλωτές δεν είναι πλήρως ενημερωμένοι για τη διατροφική αξία του ελαιόλαδου. Έχουν γίνει προσπάθειες ενημέρωσής τους, κυρίως με διαφημίσεις στον Τύπο από την εταιρεία Azersun Holding, όμως προς την κατεύθυνση αυτή υπάρχει περιθώριο για να προκληθεί ενδιαφέρον εκ μέρους του αζερικού καταναλωτικού κοινού.
Στο Αζερμπαϊτζάν η καλλιέργεια ελαιοδέντρων θεωρείται ιδανική, κυρίως στην περιοχή της χερσονήσου Αψερόν, όπου βρίσκεται και η πρωτεύουσά του, Μπακού.
Οι πρώτες ελαιοκαλλιέργειες εμφανίζονται μεταξύ 1949-1950, οπότε και άρχισαν να καλλιεργούνται δύο τύποι ελαιοδέντρων στην περιοχή Zig πολύ κοντά στην πρωτεύουσα. Το 1955 παράχθηκαν συνολικά 7 τόνοι ελαιών.
Το 1970 η κυβέρνηση αποφάσισε να δώσει προτεραιότητα στην καλλιέργεια ελιάς, προχωρώντας σε μαζικές φυτεύσεις ελαιόδεντρων. Εν τω μεταξύ αρκετά ελαιόδενδρα φυτεύτηκαν στις πόλεις του Μπακού και του Sumgayit για διακοσμητικούς λόγους.
Το 1990 στην ευρύτερη περιοχή του Μπακού υπήρχαν 1.500 ελαιοφυτευμένα εκτάρια. Στη χώρα, εκτός από τη χερσόνησο Αψερόν, ελαιόδενδρα συναντούσε κανείς και στην περιοχή Barda, στο κέντρο του Αζερμπαϊτζάν, αλλά σε πολύ μικρότερη κλίμακα.
Από το 2006 το Υπουργείο Οικολογίας και Φυσικών Πόρων φύτεψε περισσότερα από 1 εκατομμύριο ελαιόδενδρα σε 18 περιοχές όπως για παράδειγμα Masalli, Khachmaz, Salyan, Siyazan, Yevlakh, Barda, Beylagan, Goychay, Sabirabad.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας το 2011 οι ελαιοκαλλιέργειες επεκτάθηκαν κατά 250 εκτάρια και σήμερα υπάρχουν 1868 εκτάρια ελαιόκαλλιεργειών, εκ των οποίων 1556 εκτάρια είναι παραγωγικά. Σύμφωνα με το Κρατικό Πρόγραμμα Οικονομικοκοινωνικής Ανάπτυξης, θα δημιουργηθούν 50 νέα εκτάρια ελαιοκαλλιεργειών μέχρι το τέλος του 2013. 5
Στοιχεία για την έρευνα
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Πρεσβείας της Ελλάδος στο Μπακού, στο διάστημα Οκτωβρίου 2012 και Ιανουαρίου 2013.
Τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονται από:
- την Κρατική Στατιστική Υπηρεσία της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν,
- το Υπουργείο Οικονομικής Ανάπτυξης της χώρας,
- την κρατική υπηρεσία προώθησης παραγωγικών επενδύσεων AZPROMO,
- την στατιστική υπηρεσία του Food and Agriculture Organization (FAO) των Ηνωμένων Εθνών,
- τοπικά πρακτορεία ειδήσεων (κυρίως APA),
- συλλογή στοιχείων από σημεία λιανικής πώλησης.
Επιμέλεια: Αλέξανδρος Μπίκας
Σχόλια